Η Θεωρία του Νου είναι μια γνωστικοκοινωνική δεξιότητα που αφορά στην ικανότητά μας να αντιλαμβανόμαστε τόσο τις δικές μας ψυχικές καταστάσεις, όσο και των άλλων.
Τα παιδιά συνήθως αναπτύσσουν πέντε διαφορετικές δεξιότητες Θεωρίας του Νου:
Το να κατανοούν ότι οι λόγοι για τους οποίους οι άνθρωποι μπορεί να θέλουν κάτι, πιθανόν να είναι διαφορετικοί από άτομο σε άτομο.
Το να κατανοούν ότι οι άνθρωποι μπορεί να έχουν διαφορετικές απόψεις για το ίδιο πράγμα ή την ίδια κατάσταση.
Το να κατανοούν ότι οι άνθρωποι μπορεί να μην αντιλαμβάνονται ή να γνωρίζουν ότι κάτι είναι αληθινό.
Το να κατανοούν ότι οι άνθρωποι μπορεί και να έχουν ψευδείς πεποιθήσεις για τον κόσμο.
Το να κατανοούν ότι οι άνθρωποι μπορεί να κρύβουν ορισμένα συναισθήματα ή ότι μπορεί να πράττουν με διαφορετικό τρόπο από ότι αισθάνονται.
Γιατί ονομάζεται «Θεωρία του Νου»;
Την ονόμασαν έτσι, επειδή οι σκέψεις μας για το τι μπορεί να συμβαίνει μέσα στο μυαλό ενός άλλου ανθρώπου, είναι απλώς «θεωρίες». Βασιζόμαστε, λοιπόν, μόνο στις δικές μας εικασίες, τις οποίες δημιουργούμε βάσει αυτών που λένε οι άλλοι, τον τρόπο που δρουν, το τι γνωρίζουμε για τις προσωπικότητές και τις προθέσεις τους.
Η ανάπτυξη της Θεωρίας του Νου στα παιδιά
Η Θεωρία του Νου, θεωρείται πως αναπτύσσεται κυρίως κατά την προσχολική ηλικία, μεταξύ 3 και 5 ετών. Σε αυτήν την ηλικία, τα παιδιά αποκτούν μεγαλύτερη εμπειρία με τις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η ικανότητα κατανόησης των ψυχικών καταστάσεων. Το συμβολικό παιχνίδι και οι ιστορίες που φτιάχνονται μέσα από αυτό, η συνύπαρξη και η σχέση με τα μέλη της οικογένειας και τους συνομηλίκους, βοηθούν τα παιδιά να κατανοήσουν πως η σκέψη των άλλων μπορεί να διαφέρει από τη δική τους και πως η σκέψη επηρεάζει τις πράξεις. Με την πάροδο των ετών, η θεωρία των δεξιοτήτων του νου τείνει να βελτιώνεται.
Ωστόσο, μελέτες έχουν δείξει επίσης, ότι η Θεωρία του Νου μπορεί να είναι ασταθής. Τα παιδιά, δηλαδή, μπορεί να αντιλαμβάνονται τις ψυχικές καταστάσεις σε ορισμένες περιπτώσεις, αλλά σε άλλες να δυσκολεύονται.
Πώς αξιολογούν οι ειδικοί τη Θεωρία του Νου;
Μια από τις επικρατέστερες μεθόδους για την αξιολόγηση της ικανότητας της Θεωρίας του Νου ενός παιδιού, είναι η «άσκηση ψευδούς πεποίθησης». Σκοπός αυτών των ασκήσεων είναι να εντοπίσουμε αν τα παιδιά μπορούν να κάνουν σωστές υποθέσεις για τις πράξεις των άλλων ή πώς σκέφτονται, όταν οι πεποιθήσεις των άλλων για την πραγματικότητα βρίσκονται σε σύγκρουση με αυτά που ήδη γνωρίζουν τα παιδιά
Παράδειγμα: Το «τεστ Σάλλυ-Aν» είναι ένα από τα σενάρια ψευδούς πεποίθησης που χρησιμοποιείται πολύ συχνά από τους ειδικούς. Σύμφωνα με αυτό, παρουσιάζονται στα παιδιά δύο κούκλες με τα ονόματα Σάλλυ και Αν. Τι παρακολουθούν τα παιδιά:
Η Σάλλυ έχει ένα καλάθι ενώ η Αν έχει ένα κουτί. Η Σάλλυ τοποθετεί μία μπίλια στο καλάθι της και στη συνέχεια βγαίνει από το δωμάτιο. Ενώ έχει φύγει, η Αν βγάζει τη μπίλια από το καλάθι και τη βάζει στο κουτί. Όταν η Σάλλυ επιστρέφει, τα παιδιά που έχουν παρακολουθήσει αυτό το σενάριο, ρωτούνται πού πιστεύουν ότι η Σάλλυ θα ψάξει για τη μπίλια.
Τα παιδιά περνάνε το τεστ αν πουν ότι η Σάλλυ θα κοιτάξει στο καλάθι και τα παιδιά που λένε ότι η μπίλια βρίσκεται στο κουτί, δεν περνούν το τεστ.
Αυτισμός και Θεωρία του Νου
Οι ερευνητές Simon Baron-Cohen και οι συνάδελφοί του, έχουν αναφέρει ότι τα προβλήματα της Θεωρίας του Νου είναι ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του Αυτισμού. Το πρόβλημα της δημιουργίας αντίληψης και κατανόησης των σκέψεων των άλλων, θεωρείται ότι διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη δυσκολία που έχουν σε ορισμένες κοινωνικές αλληλεπιδράσεις τα παιδιά με διαταραχές αυτιστικού φάσματος. Όταν οι άνθρωποι δυσκολεύονται, λοιπόν, να καταλάβουν τις ψυχικές καταστάσεις των άλλων (αντιμετωπίζουν δηλαδή δυσκολίες στη Θεωρία του Νου), οι κοινωνικές σχέσεις και οι αλληλεπιδράσεις μπορεί να πλήττονται σημαντικά.
Κωνσταντίνος Τούφας
MSc Λογοθεραπευτής S.I.