Κυριακή, Νοέμβριος 24, 2024
Follow Us
Γιατί δυσκολευόμαστε να ζήσουμε τη ζωή που επιθυμούμε;

Γεννιόμαστε οπλισμένοι να επιβιώσουμε.

Στην αρχή της ζωής, έχουμε όλο τον απαραίτητο εξοπλισμό προκειμένου να δημιουργήσουμε άμεσα δεσμό με ένα πρόσωπο που θα μας προστατεύσει και θα μας φροντίσει. Η ασφάλεια μας είναι ότι πιο σημαντικό για την επιβίωση, και για αυτό αποτελεί το κύριο μέλημα μας από την αρχή της ζωής. Προτεραιότητα μας είναι να αποφύγουμε τους κινδύνους που απειλούν τη σωματική μας ακεραιότητα. Το ίδιο ισχύει, όμως, και για καταστάσεις που απειλούν τη συναισθηματική μας ασφάλεια. Γραπωνόμαστε, λοιπόν, από το πρόσωπο ή τα πρόσωπα που μας φροντίζουν και μας κάνουν να αισθανθούμε σωματική και ψυχική ασφάλεια. Έτσι επιβιώνουμε σωματικά και ψυχικά. Το συναίσθημα που πηγάζει από τη γνωριμία με το πρόσωπο φροντίδας είναι απερίγραπτο· μοιάζει με τον κεραυνοβόλο έρωτα που συμβαίνει με την πρώτη ματιά. Η διατήρηση του δεσμού αυτού στο χρόνο μοιάζει με τη βαθιά αγάπη. Η ρήξη του δεσμού με οδύνη και καταστροφή. Σωματική και Ψυχική.

Η έγνοια, λοιπόν, του παιδιού είναι να πως θα γίνει να διαρκέσει για πάντα αυτός ο δεσμός. Σε τόση μικρή ηλικία, δεν έχει πολύ δύναμη να ορίσει τον εαυτό του. Μπορεί, ωστόσο να φροντίσει να διαισθάνεται και να προσαρμόζεται ανάλογα στο φροντιστικό του περιβάλλον, στις διαθέσεις και στα συναισθήματα των γονέων. Μπορεί να τους δίνει χαρά και να κάνει αυτό που θέλουν, για να τους κρατά κοντά του. Έτσι, θα παραμένει συνδεδεμένο μαζί τους και θα διασφαλίσει τη συνέχεια του δεσμού στο χρόνο. Και τα πράγματα κυλούν ομαλά όταν ο δεσμός είναι ασφαλής.

Όταν όμως ο γονέας αδυνατεί να προσφέρει ένα βασικό αίσθημα ασφάλειας, τότε το παιδί αναλαμβάνει να σώσει την κατάσταση. Διαισθάνεται τις δυσκολίες του γονέα, αλλά δεν μπορεί να αλλάξει το γονέα. Φροντίζει, λοιπόν, να αλλάξει τον εαυτό του, αφού αυτό είναι που μπορεί κάνει. Θα κοιτάξει δηλαδή να τροποποιήσει τις δικές του ανάγκες, τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τα θέλω του και να τα ταιριάξει σε αυτά του γονέα, προκειμένου να διασφαλίσει ότι δε θα υπάρξει ρήξη στο δεσμό τους. Προκειμένου να προστατεύσει όχι τον εαυτό του, αλλά το δεσμό με το γονέα. Για να επιβιώσει… Αυτό είναι προσαρμογή. Μία προσαρμογή, όμως, που ενδέχεται να έχει κόστος βαρύ. Ένα μικρό παιδί δεν μπορεί να ρίξει το φταίξιμο στο γονέα. Αποδίδει το φταίξιμο και το λάθος στον εαυτό του. Σε δικά του ελλείμματα και ελαττώματα. Κάποιες φορές μπορεί να λέει στον εαυτό του:

-«Εγώ φταίω που είναι στενοχωρημένος ο μπαμπάς μου»..

-«Εγώ φταίω που η μαμά που κουράζεται»..

Σιγά σιγά θα νιώθει “κακό”, και μέσα του θα αναπτύξει την ασυνείδητη πεποίθηση ότι ένα αγαπημένο πρόσωπο κινδυνεύει να πληγωθεί, για αυτό καλά θα κάνει να προσέχει πολύ, φροντίζοντας να μην το επιβαρύνει ακόμα περισσότερο.

Από εδώ και έπειτα, προετοιμάζεται το έδαφος για να ξεκινήσουν παθογόνες διεργασίες στην ψυχική ανάπτυξη του παιδιού. Αργότερα, μεγαλώνοντας, αυτές οι παιδικές προσαρμογές θα επανέρχονται υποσυνείδητα και θα αφήνουν τη σκιά τους, δυσχεραίνοντας τις αποφάσεις και στις επιλογές μας στην εκπαίδευση, στη δουλειά, στις στενές σχέσεις που θα διαμορφώνουμε στη ζωή μας, στους έρωτες μας και στις οικογένειες που θα δημιουργήσουμε. Το όνειρο για μία ανεξάρτητη και χαρούμενη ζωή θα σκοντάφτει πάνω στις ενοχές μας για το γεγονός ότι πρέπει να αφήσουμε πίσω τους γονείς μας – θα νιώθουμε σαν να τους εγκαταλείπουμε. Ή η προσπάθεια για μία επαγγελματική επιτυχία θα προσκρούει πάνω στο άγχος μας πως αν τα καταφέρουμε σε σημαντικούς τομείς, εκεί όπου δεν τα κατάφεραν οι γονείς μας, θα νιώθουμε σαν να τους εκθέτουμε στα δικά τους λάθη και στις δικές τους αποτυχίες – εμείς, όμως τους θέλουμε δυνατούς για να αισθανόμαστε ότι ακόμα μπορούν να μας προστατεύουν. Ή θα αποφεύγουμε να εκφράσουμε τα αληθινά συναισθήματα που νιώθουμε προς τον/τη σύντροφο μας, από φόβο μην αντιδράσει όπως ο γονέας της παιδικής μας ηλικίας, και ανησυχούμε μήπως τον/την πληγώσουμε σε σημείο που να κινδυνεύσει τελικά η σχέση μας.

Κουβαλάμε μέσα μας συνεχώς το παρελθόν μας, τα παιδικά μας βιώματα και τις εμπειρίες στις πρώτες μας σχέσεις. Μπορεί να μην το συνειδητοποιούμε, αλλά η επίδραση τους στο παρόν είναι σημαντική. Πολλές φορές απορούμε και εμείς οι ίδιοι μη μπορώντας να εξηγήσουμε τον τρόπου που αντιδρούμε σε πράγματα και καταστάσεις. Ή αισθανόμαστε ανήμποροι να αποτρέψουμε τα αρνητικά μοτίβα που επαναλαμβάνονται στη ζωή μας, παρά τη γνήσιες συνειδητές προθέσεις μας για το αντίθετο. Ωστόσο, όλα αυτά μπορούν να αλλάξουν, μέσα από την ψυχοθεραπεία. Ο ρόλος της ψυχοθεραπείας, είναι καταλυτικός στην προσπάθεια να ξεφορτωθούμε πρώτα και πάνω από όλα, την πιο παθογόνα από όλες τις ασυνείδητες πεποιθήσεις μας: ότι το παρόν είναι πανομοιότυπο με το παρελθόν.

Κωνσταντίνος Δημάτης

Κλινικός Παιδοψυχολόγος MSc