Η κοινωνική ανάπτυξη, σύμφωνα με τον Freud, είναι η διαδικασία ενσωμάτωσης ενός ανθρώπου μέσα σε μια κοινότητα, ταυτόχρονα με την διαφοροποίησή του ως ξεχωριστό άτομο.
Είναι μια αέναη διαδικασία που ξεκινάει από την στιγμή της γέννησης ενός παιδιού και συνεχίζεται μέχρι την ενηλικίωσή του σχεδόν.
Η κοινωνικοποίηση είναι η μια πλευρά της κοινωνικής ανάπτυξης, κατά την οποία τα παιδιά αποκτούν την γνώση της κοινωνίας, τα πρότυπα και τις αξίες τους. Η άλλη πλευρά της κοινωνικής ανάπτυξης είναι η διαμόρφωση της προσωπικότητας, κατά την οποία τα παιδιά αποκτούν τις δικές τους σκέψεις, τα δικά τους συναισθήματα και τις δικές τους συμπεριφορές.
Οι γονείς είναι αυτοί που παίζουν τον πρώτο ρόλο στην κοινωνική ανάπτυξη του παιδιού τους, μεταφέροντάς τους τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρονται, τον τρόπο που εκφράζουν ευχαρίστηση ή δυσαρέσκεια και τον τρόπο, με τον οποίο τα ανταμείβουν ή τα «τιμωρούν» αναλόγως. Οι γονείς μαθαίνουν στα παιδιά τους κανόνες συμπεριφοράς της κοινωνίας και του πολιτισμού τους, αλλά αυτό που, τελικά, συγκρατεί ένα παιδί, εξαρτάται από τις εμπειρίες που είχε μέχρι τότε, την ιδιοσυγκρασία του καθενός, τα συναισθήματα και τη νοητική κατάσταση.
Ένας από τους βασικούς συντελεστές της κοινωνικής ανάπτυξης ενός παιδιού, είναι και το σχολείο. Κατά τη διάρκεια των σχολικών χρόνων, το παιδί μαθαίνει να εκφράζει και να ελέγχει τα συναισθήματά του, μαθαίνει να σέβεται το συνομήλικό του και, μέσα από το παιχνίδι, μαθαίνει τους διάφορους ρόλους που καλείται να επιτελέσει στο κοινωνικό σύνολο.
Αλληλεπιδρώντας με τον περιβάλλον, το παιδί σταδιακά κοινωνικοποιείται, με αποτέλεσμα να βελτιώνεται η κοινωνική του ανάπτυξη, αλλά και η νοητική, η συναισθηματική και η βιολογική του ωρίμανση. Ταυτόχρονα, οι προσωπικές επιθυμίες του κάθε παιδιού, συχνά, συγκρούονται με τους πολιτιστικούς κανόνες και τις επιθυμίες των άλλων ανθρώπων, με αποτέλεσμα να διαμορφώνεται η προσωπικότητά τους.
Αμαλία Παπαδοπούλου
Λογοθεραπεύτρια