Με αφορμή το γεγονός ότι γεννήθηκα και ζω σε μία πόλη με τόσο μεγάλη και ζωντανή ιστορία,
όντας και ο ίδιος μέρος της, συμμετέχοντας στο δρώμενο «Γιανίτσαροι και Μπούλες», αποφάσισα να γράψω το άρθρο αυτό, προκειμένου να μοιραστώ μαζί σας τις ανησυχίες μου σχετικά με το ενδιαφέρον που δείχνουν οι νέοι απέναντι σε ένα μεγάλο κομμάτι της ιστορίας, το οποίο λέγεται «Παράδοση».
Οι περισσότεροι από εμάς, γνωρίζουμε ότι κάθε τόπος έχει τη δική του ταυτότητα. Διαθέτει δηλαδή κάποια χαρακτηριστικά που τον κάνουν να ξεχωρίζει από τους υπόλοιπους. Εκτός από τα γεωγραφικά, τα μορφολογικά, τα πληθυσμιακά στοιχεία, οι πόλεις έχουν και διαφορετικό παρελθόν, το οποίο συνεπάγεται πρωτότυπα έθιμα και παραδόσεις. Και αυτό είναι ίσως το πιο σημαντικό διακριτό τους στοιχείο, στο οποίο όλοι μας οφείλουμε να εστιάσουμε και να προστατεύσουμε. Η παράδοση είναι το μεγαλύτερο δώρο και ταυτόχρονα το πιο δυσβάσταχτο χρέος που έχουμε κληρονομήσει από τους παλαιότερους. Με άλλα λόγια, ναι μεν το λάβαμε απλόχερα, αλλά οφείλουμε τώρα όσο μπορούμε να το διασώσουμε και να το κληροδοτήσουμε και εμείς με τη σειρά μας αυτούσιο στις επόμενες γενιές.
Για να επιτευχθεί λοιπόν αυτό, είναι αναγκαίο να εμβαθύνουμε περισσότερο στα ήθη και τα έθιμα, αλλά και στην ιστορία που κρύβουν από πίσω τους. Για παράδειγμα, αντί να μαθαίνουμε μόνο τα ονόματα των παραδοσιακών χορών, θα είχε ενδιαφέρον να μαθαίναμε και το πώς και το γιατί ονομάστηκαν έτσι. Διαφορετικά, είναι δώρον άδωρον…
Στη διάσωση της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς, λοιπόν, υπάρχουν δύο βασικές πλευρές, οι παλαιότεροι και οι νεότεροι, οι κληρονομούμενοι και οι κληρονόμοι. Όμως, οι τελευταίοι είναι αυτοί που μπορούν να πετύχουν περισσότερα, λόγω του νεαρού της ηλικίας τους, της ενεργητικότητάς τους, των ικανοτήτων τους, αλλά και της εύκολης προσαρμογής τους στα πεδία των νέων τεχνολογιών, μέσω των οποίων γίνεται ευκολότερη τόσο η διάσωση, όσο και η προβολή των εθίμων και των δρωμένων του κάθε τόπου λ.γ. μέσω της ψηφιοποίησης των αρχείων που έχουν βρεθεί και φυλάσσονται σε έντυπη μορφή.
Οι νέοι όμως, ασχολούνται στις μέρες μας με αυτό το ζήτημα ή όχι; Το παραπάνω ερώτημα σίγουρα δέχεται και την θετική και την αρνητική απάντηση. Ωστόσο, αν θέλουμε να δώσουμε λύση στο πρόβλημα, οφείλουμε να εστιάσουμε στην αρνητική απάντηση και να αναζητήσουμε την πηγή του προβλήματος. Η αλήθεια είναι ότι ένα μεγάλο ποσοστό των νέων θεωρεί την ενασχόληση με την παράδοση ως κάτι το ξεπερασμένο και ανάξιο προσοχής. Και γιατί συμβαίνει αυτό; Πιστεύω πως κανείς δε μπορεί να δώσει μία απάντηση που να ανταποκρίνεται πλήρως στο ερώτημα αυτό.
Αυτό που μπορούμε να κάνουμε όμως, είναι μία θεωρητική προσέγγιση του ζητήματος, αναζητώντας τους λόγους για τους οποίους οι νέοι της εποχής δεν θέλουν να ασχοληθούν με την ιστορία του τόπου τους. Αρχικά, μία από τις κύριες αιτίες, είναι η αλλαγή των προτύπων που αυτοί υιοθετούν. Με άλλα λόγια, μία μεγάλη μερίδα της νεολαίας έχει ως παράδειγμα κάποιους επιφανείς τραγουδιστές, οι οποίοι πολύ συχνά προβάλλουν τη βία, τα ναρκωτικά, τα όπλα, την εκμετάλλευση της γυναίκας και το εύκολο χρήμα ως στοιχεία μίας «καλής ζωής». Συνεπακόλουθη είναι η μίμηση του τρόπου ζωής αυτών των προτύπων. Στην ουσία οι έφηβοι αυταπατώνται και οδηγούνται συχνά σε παραβατικές συμπεριφορές, προκειμένου να «εντυπωσιάσουν» τους γύρω. Έτσι, δυστυχώς, δεν ενδιαφέρονται για περισσότερο ουσιώδη πράγματα, όπως η ιστορία και οι παραδόσεις. Από εκεί ίσως αντλούσαν πιο υγιή πρότυπα και θα μπορούσαν όχι μόνο να μάθουν από αυτά, αλλά και να βάλουν και το δικό τους «λιθαράκι», συμβάλλοντας στην διάσωση της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς.
Βέβαια, δεν ευθύνεται αποκλειστικά η νεολαία για το πρόβλημα αυτό. Μερίδιο ευθύνης φέρουν τόσο οι γονείς, όσο και το κράτος. Οι γονείς μπορούν να δίνουν από μικρή ηλικία στα παιδιά τους τα κατάλληλα ερεθίσματα, ώστε μετέπειτα αυτά να μεγαλώσουν μέσα σε ένα υγιές περιβάλλον, το οποίο θα θέλουν να φροντίζουν να διατηρηθεί, δηλαδή ούτε να αλλοιωθεί ούτε να χαθεί η παράδοσή τους. Από την άλλη πλευρά, η πολιτεία θα πρέπει να ενσωματώσει στα προγράμματα σπουδών της Πρωτοβάθμιας και της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, μαθήματα που θα μορφώνουν τους μαθητές για την τοπική παράδοση, τα ήθη και τα έθιμα, δυνητικά συνοδευόμενα και με επισκέψεις σε μουσεία, πολιστικούς συλλόγους, διατηρητέα κτίσματα και οτιδήποτε άλλο αποτελεί θεματοφύλακα της παράδοσης.
Κλείνοντας, θα ήθελα να επισημάνω πως αν όλοι μας συλλογιστούμε το πόσο σημαντική είναι η γνώση και η διαρκής επαφή με την παράδοση, τότε μόνο θα είμαστε σε θέση να δεχτούμε απλόχερα τα αναρίθμητα πλεονεκτήματα που θέλει να μας προσφέρει. Και μην ξεχνάμε ότι, άνθρωπος χωρίς παρελθόν, είναι άνθρωπος χωρίς μέλλον και άνθρωπος χωρίς μέλλον, είναι άνθρωπος με λανθασμένο παρόν...
Μιχαήλ Μπουγάς, Φοιτητής Νομικής