Ο θάνατος ενός συγγενικού ή αγαπημένου προσώπου αποτελεί ένα οδυνηρό γεγονός στη ζωή των παιδιών.
Όσοι βρισκόμαστε δίπλα στα παιδιά που βιώνουν ένα τέτοιο γεγονός, προβληματιζόμαστε για το τι μπορεί να καταλάβουν για το θάνατο, πώς νιώθουν την απώλεια ενός προσώπου που αγαπούν, πώς αυτός ο χαμός μπορεί να επηρεάσει την ανάπτυξή τους και πώς μπορούμε να τα βοηθήσουμε και να τα στηρίξουμε.
Πώς κατανοούν τα παιδιά τον θάνατο;
Η απόφαση ενός γονιού να μιλήσει στο παιδί του για το θάνατο είναι πολύ δύσκολη. Ωστόσο, τα παιδιά είναι περισσότερο εξοικειωμένα με την έννοια του θανάτου από όσο νομίζουμε, καθώς υπάρχει μέσα στα παραμύθια και τα παιχνίδια τους.
Τα παιδιά προσχολικής ηλικίας, αν και αντιλαμβάνονται την απουσία ενός σημαντικού προσώπου από το περιβάλλον τους, δεν είναι σε θέση ούτε να κατανοήσουν, ούτε να νιώσουν το θάνατο σαν οριστικό αποχωρισμό στη ζωή τους. Ουσιαστικά, πιστεύουν ότι αυτός που πέθανε μπορεί να γυρίσει ή συνεχίζει να ζει εκεί που βρίσκεται.
Τα παιδιά σχολικής ηλικίας καταλαβαίνουν τη μη αναστρεψιμότητα του θανάτου, ωστόσο πιστεύουν ότι συμβαίνει μόνο στους άλλους και όχι στους ίδιους ή στα οικεία τους πρόσωπα.
Οι έφηβοι από την άλλη πλευρά, συνειδητοποιούν ότι όλοι οι άνθρωποι, όπως και οι ίδιοι, είναι θνητοί, ενώ, παράλληλα, είναι σε θέση να θέσουν μεταφυσικές και συμβολικές ερμηνείες για το θάνατο.
Είναι αναγκαίο να τονίσουμε ότι, εκτός από την ηλικία, σημαντικό ρόλο στην κατανόηση της έννοιας του θανάτου διαδραματίζει η νοητική και συναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού, η προσωπικότητα, το περιβάλλον που ζει καθώς και οι προσωπικές του εμπειρίες σε σχέση με το θάνατο.
Πώς θρηνούν τα παιδιά;
Δεν υπάρχει σωστός ή λανθασμένος τρόπος θρήνου, καθώς κάθε παιδί έχει το δικό του τρόπο, ο οποίος διαφέρει αρκετά από αυτόν των ενηλίκων. Ο θρήνος αποτελεί μία απολύτως φυσιολογική αντίδραση του παιδιού να αποδεχτεί την πραγματικότητα της απώλειας και να προσαρμοστεί σε αυτήν. Παράλληλα, πρόκειται για μία μακρόχρονη διεργασία που δεν έχει καθορισμένο χρονικό τέλος και μπορεί να αναβιώνει και σε επόμενα στάδια ανάπτυξής του.
Ακόμη, τα παιδιά δεν μπορούν να αντέξουν τα έντονα και οδυνηρά συναισθήματα της απώλειας, για αυτό και θρηνούν κατά διαστήματα. Μπορεί δηλαδή, τη μία στιγμή να είναι θλιμμένα και την αμέσως επόμενη να παίζουν ή να γελούν.
Επιπλέον, ακριβώς επειδή η ικανότητα του λόγου δεν είναι τόσο ανεπτυγμένη στα παιδιά, εκφράζουν το θρήνο τους με έμμεσο τρόπο, μέσω του παιχνιδιού, των ζωγραφιών τους, καθώς και μέσα από αλλαγές στη συμπεριφορά τους, τον ύπνο και το φαγητό.
Η απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου διαταράσσει την αίσθηση ασφάλειας του παιδιού και, ως εκ τούτου, μπορεί να φοβάται ότι θα πάθει κακό το ίδιο ή οι γονείς του, γι’ αυτό μπορεί να θέτουν ερωτήσεις όπως: «Θα πεθάνεις και εσύ;» ή «Εσύ πότε θα πεθάνεις;». Τα παιδιά έχουν την ανάγκη να νιώσουν ξανά ασφαλή, για αυτό και είναι σημαντικό να κατανοήσουμε τις ανησυχίες τους και να τα καθησυχάσουμε.
Πώς στηρίζουμε τα παιδιά που θρηνούν;
Η στήριξη του παιδιού κρίνεται αναγκαία, γι’ αυτό:
- Δεν αποκρύπτουμε το γεγονός, αλλά ενημερώνουμε το παιδί έγκαιρα και του εξηγούμε με απλά λόγια τι συνέβη στο αγαπημένο του πρόσωπο. Προσέχουμε ώστε να χρησιμοποιούμε σωστές λέξεις, όπως «πέθανε», «θάνατος» και όχι αμφίσημες, όπως «κοιμήθηκε» ή «χάθηκε».
- Ακούμε με προσοχή ό,τι μας λέει και απαντάμε στις ερωτήσεις που μας θέτει, χωρίς να το κατακλύζουμε με πολλές πληροφορίες. Όταν μας ξαναρωτήσει, επαναλαμβάνουμε τις ίδιες πληροφορίες και δίνουμε σταθερά τις ίδιες απαντήσεις, καλλιεργώντας με αυτόν τον τρόπο το αίσθημα εμπιστοσύνης στο παιδί.
- Είναι σημαντικό να το ενημερώσουμε για τις συνήθειες που θα παραμείνουν σταθερές, αλλά και για τις αλλαγές που πρόκειται να συμβούν.
- Ενθαρρύνουμε το παιδί να εκφράσει τα συναισθήματά του, όποια και αν είναι αυτά. Χρειάζεται να ακούσουμε προσεκτικά ό,τι μας πει, χωρίς να το κρίνουμε και πρέπει να δείξουμε κατανόηση σε συναισθήματα θυμού ή αρνητικών σκέψεων που πιθανόν να κάνει.
- Μοιραζόμαστε και τα δικά μας συναισθήματα και σκέψεις. Μπορούμε να κλάψουμε μαζί του, βοηθώντας το να νιώσει ότι δεν είναι μόνο του στον πόνο, καθώς, με αυτό τον τρόπο, του δείχνουμε ότι νιώθουμε παρόμοια συναισθήματα.
- Επιβεβαιώνουμε την αγάπη μας προς αυτά μέσα από λόγια, χάδια και αγκαλιές, ώστε να μειώσουμε το αίσθημα της ανασφάλειας που, συχνά, νιώθουν έπειτα από μια απώλεια.
- Διατηρούμε την ανάμνηση του αγαπημένου του προσώπου. Είναι σημαντικό να αναφερθούμε στο πρόσωπο που πέθανε και να μην αποτρέπουμε το παιδί να μιλά για αυτό. Μπορούμε να κάνουμε από κοινού συζητήσεις, μοιράζοντας τις αναμνήσεις μας, είτε είναι καλές, είτε είναι άσχημες.
- Του επιτρέπουμε να συμμετέχει στις εκδηλώσεις πένθους, εάν το επιθυμεί και το ίδιο. Το παιδί δεν τραυματίζεται από τη συμμετοχή του στις εκδηλώσεις πένθους, όπως είναι η κηδεία, η επίσκεψη στο νεκροταφείο, κ.λ.π., εάν νωρίτερα το έχουμε προετοιμάσει για το τι συμβαίνει σε αυτές τις τελετές.
- Επιτρέπουμε και παροτρύνουμε το παιδί να παίζει, να συμμετέχει σε δραστηριότητες που του αρέσουν, καθώς και σε σχολικές εκδηλώσεις, όπως γιορτές και εκδρομές.
Το να εμφανίσει ένα παιδί ξεσπάσματα θυμού ή κλάματος, αλλαγές στη συμπεριφορά, διάφορους φόβους, παλινδρόμηση σε προηγούμενα στάδια ανάπτυξης κ.ά., είναι απολύτως φυσιολογικό. Ωστόσο, όταν αυτές οι αντιδράσεις εμμένουν για μεγάλο χρονικό διάστημα και επηρεάζουν τη λειτουργικότητά του, τότε κρίνεται αναγκαία η βοήθεια από κάποιον ειδικό.
Κατερίνα Μπόσι